Ο γαλλικός όμιλος πολυτελείας LVMH κατέγραψε έσοδα 19,08 δισεκατομμύρια ευρώ στο τρίτο τρίμηνο, υπολειπόμενος των εκτιμήσεων της αγοράς που ήταν 19,94 δισεκατομμύρια ευρώ. Υπό την ηγεσία του δισεκατομμυριούχου Bernard Arnault, τα έσοδα μειώθηκαν οργανικά κατά 3 τοις εκατό σε ετήσια βάση, έναντι της αναμενόμενης αύξησης 0,9 τοις εκατό.
Ειδικότερα, ο βασικός τομέας της μόδας και των δερμάτινων ειδών, στον οποίο ανήκουν γνωστές μάρκες όπως Louis Vuitton και Dior, σημείωσε έσοδα 9,15 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτό είναι σαφώς χαμηλότερο από τα προβλεπόμενα 9,67 δισεκατομμύρια ευρώ και καταδεικνύει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος.
Ο κύριος λόγος για τη μείωση των πωλήσεων έγκειται στην ασθενέστερη ανάπτυξη στην Ιαπωνία, όπου ένα ισχυρότερο γεν περιόρισε σημαντικά τη ζήτηση για είδη πολυτελείας. Ενώ στην προηγούμενη δημοσιονομική περίοδο η Ιαπωνία θεωρούνταν ακόμη αναπτυσσόμενη αγορά για τον LVMH, οι αλλαγές στις συναλλαγματικές ισοτιμίες και η επακόλουθη αύξηση των τιμών συνέβαλαν στην επιβράδυνση.
Παγκόσμιες τάσεις δείχνουν μειωμένη ζήτηση για είδη πολυτελείας, ενώ η ζήτηση σε παραδοσιακές αγορές όπως η Κίνα και η Ευρώπη μειώνεται. Πέρυσι, η LVMH επωφελήθηκε από την προθυμία των Κινέζων καταναλωτών να εκμεταλλευτούν φθηνότερες τιμές στο εξωτερικό. Αυτή η δυναμική έχει πλέον αντιστραφεί, καθώς η αγοραστική δύναμη περιορίζεται από ένα ισχυρότερο γιεν.
Αναλυτές της JP Morgan βλέπουν επιπλέον προκλήσεις: Αυξήσεις τιμών των πολυτελών εμπορικών σημάτων στην Ιαπωνία θα μπορούσαν να περιορίσουν την παρούσα ώθηση της ανάπτυξης. «Ο συνδυασμός αυξημένων τιμών και ισχυρότερου γιεν πιθανώς θα περιορίσει περαιτέρω τη ζήτηση στην Ιαπωνία», δηλώνει ο Timo Emden από την Emden Research.
Παρά τα απογοητευτικά αποτελέσματα του τριμήνου, η LVMH παραμένει ένας σημαντικός παίκτης στην παγκόσμια αγορά πολυτελείας. Η ικανότητα της εταιρείας να προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς και να εντοπίζει νέες ευκαιρίες ανάπτυξης θα είναι καθοριστική για τη μελλοντική ανάπτυξη.